Αρχές Οκτώβρη, ο πρωινός ήλιος διώχνει την υγρασία από το χορτάρι περιμετρικά της λίμνης Κερκίνη. Περίπου εβδομήντα νεροβούβαλοι βόσκουν ήρεμοι και τρίβονται μέσα στις λάσπες, με φόντο την επιβλητική οροσειρά Μπέλλες, το φυσικό σύνορο του Νομού Σερρών με τη Βουλγαρία. Εδώ η οικογένεια Παπαδοπούλου ξεκίνησε το 2001 να στήνει μια κάθετη μονάδα εκτροφής, παραγωγής, επεξεργασίας και τυποποίησης κρέατος από ελληνικό νεροβούβαλο. Είναι μια ελληνική φυλή βουβαλιών που βρίσκεται αδιαλείπτως στην περιοχή από την αρχαιότητα. Οι ίδιοι καλλιεργούν το 50% της τροφής των ζώων, τα οποία βόσκουν ελεύθερα από τον Απρίλη μέχρι τον Οκτώβρη. Το υπόλοιπο διάστημα παραμένουν σε στάβλους. Τα μικρά περνούν ένα εξάμηνο κοντά στις μάνες τους και μετά, για έναν χρόνο, μένουν στη μονάδα μέχρι να φτάσουν στο κατάλληλο βάρος, περίπου διακόσια κιλά.
«Παράγουμε κατά μέσο όρο είκοσι τόνους δικό μας βουβαλίσιο κρέας τον χρόνο. Αγοράζουμε κάποια μικρά και από άλλους παραγωγούς, όμως το σημαντικό είναι να μεγαλώνουν υγιεινά», εξηγεί ο 24χρονος Σταύρος Παπαδόπουλος, ο οποίος στο πλαίσιο της πτυχιακής του στο τμήμα Γεωπόνων Τεχνολόγων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας μελετά διατροφικά μοντέλα για την παραγωγή ακόμη ποιοτικότερου κρέατος. Σύμφωνα με έναν πίνακα που έχουν κρεμασμένο στο οικογενειακό τους κρεοπωλείο στην Κερκίνη, βάσει έρευνας του Πανεπιστημίου της Νάπολης, το βουβαλίσιο κρέας συγκεντρώνει την υψηλότερη περιεκτικότητα πρωτεϊνών και σιδήρου συγκριτικά με τα υπόλοιπα είδη κρεάτων.
Διαβάστε τη συνέχεια στον Γαστρονόμο