Υποθέτω πως αυτή η ημερομηνία του τίτλου δεν λέει τίποτα στους σημερινούς τριαντάρηδες. Δυσάρεστο μεν, πραγματικό δε. Για τη ρήξη του βασιλέως Κωνσταντίνου με τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου έχουν γραφτεί εκατοντάδες βιβλία, άρθρα, έχουν δοθεί λεπτομερείς συνεντεύξεις από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων και όσοι ασχολούνται με το θέμα σίγουρα έχουν μια πλήρη εικόνα για το τι έγινε εκείνες τις ζεστές ημέρες του 1965.
Κατά τη γνώμη μου, το κεντρικό ερμηνευτικό ζήτημα είναι αν η σύγκρουση Ανακτόρων και πρωθυπουργού ήταν αναπόφευκτη ή αν ήταν αποτέλεσμα κακών χειρισμών και από τις δύο πλευρές και, ως εκ τούτου, θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί. Τείνω προς την πρώτη ερμηνεία. Η σύγκρουση της 15ης Ιουλίου 1965, αν δεν συνέβαινε εκείνη την ημέρα για το ζήτημα του υπουργού Εθνικής Αμύνης, θα συνέβαινε μετά λίγους μήνες για κάποιο άλλο ζήτημα. Η ρήξη του καλοκαιριού του 1965 είχε πολύ βαθύτερα αίτια, που ξεπερνούσαν τις σχέσεις Ανακτόρων – οικογένειας Παπανδρέου. Το πολιτικό σύστημα που εγκαθιδρύθηκε μετά τις εκλογές της 5ης Μαρτίου 1950, με όλο το νομικοπολιτικό πλέγμα που το προστάτευε και το χαρακτήριζε, είχε ξεπεραστεί στα μέσα της δεκαετίας του ’60. Μέσα στην ελληνική κοινωνία αναδεικνυόταν σιγά σιγά η γενιά που γεννήθηκε στη δεκαετία του ’40 αλλά δεν πρωταγωνίστησε. Δεν πολέμησε. Υφίστατο τις συνέπειες ενός εμφύλιου σπαραγμού τον οποίον αυτή δεν επέλεξε. Οι νέοι των είκοσι και των είκοσι πέντε ετών του 1965 ασφυκτιούσαν υπό το θεσμικό πλαίσιο του μετεμφυλιακού κράτους και αναζητούσαν την πολιτική έκφρασή τους.
⇒ Διαβάστε επίσης: Ο «καυτός» μήνας Ιούλιος
Τα Ανάκτορα και οι Ενοπλες Δυνάμεις ήταν η οπισθοφυλακή του κράτους των νικητών του εμφυλίου πολέμου. Εμπροσθοφυλακή ήταν τα εθνικόφρονα κόμματα που εξέφραζαν εν πολλοίς τον «βιωμένο αντικομμουνισμό» της δεκαετίας του ’50, μια πλειοψηφική τάση, η οποία όμως με την πάροδο του χρόνου αποδυναμωνόταν. Τα ριζοσπαστικά στρώματα της νεολαίας, που αποκλήθηκε γενιά τού 114, είχαν βρει την πολιτική εκπροσώπησή τους κυρίως στο πρόσωπο του Γεωργίου Παπανδρέου, ο οποίος βεβαίως ήταν βαθύτατα αντικομμουνιστής. Ηταν μια ιστορική αντίφαση. Ο συσχετισμός δυνάμεων μεταξύ των κέντρων της μετεμφυλιακής εξουσίας, που εκπροσωπούσαν και ένα σημαντικό κομμάτι του ελληνικού λαού και των ανανεωτικών δυνάμεων της κοινωνίας, εν καιρώ ψυχρού πολέμου, ήταν συντριπτικά υπέρ των πρώτων. Ετσι η μοιραία σύγκρουση κατέστη αναπόφευκτη με προδιαγεγραμμένη την έκβασή της.