Αρθρο Χρήστου Ροζάκη στην «Κ»: Τα βήματα στην εξωτερική πολιτική
SPECIAL REPORT
Κώστας Σημίτης: Μετρώντας ξανά το αποτύπωμα του εκσυγχρονισμού
  1. Αρθρο Αννας Διαμαντοπούλου στην «Κ»: Συνεπής και διορατικός
  2. Αρθρο Γιάννη Στουρνάρα στην «Κ»: Η ένταξη της Ελλάδας στη Ζώνη του Ευρώ
  3. Αρθρο Γιώργου Βέλτσου στην «Κ»: Η μοναξιά του Κώστα Σημίτη
  4. Αρθρο Τάσου Γιαννίτση στην «Κ»: Η κρίσιμη δεύτερη τετραετία
  5. Αρθρο Αντώνη Λιάκου στην «Κ»: Μια καθοριστική οκταετία
  6. Αρθρο Νίκου Χριστοδουλάκη στην «Κ»: Περίοδος ανάπτυξης και σύγκλισης
  7. Αρθρο Χρήστου Ροζάκη στην «Κ»: Τα βήματα στην εξωτερική πολιτική
  8. Αρθρο Κωνσταντίνου Τσουκαλά στην «Κ»: Το ανεκπλήρωτο πρόταγμα

Αρθρο Χρήστου Ροζάκη στην «Κ»: Τα βήματα στην εξωτερική πολιτική

3' 17" χρόνος ανάγνωσης
Ακούστε το άρθρο

Η εξωτερική πολιτική του Κ. Σημίτη αποτελεί ένα σημαντικό βραχίονα της όλης πολιτικής του στη διάρκεια της οκταετούς διακυβέρνησης της χώρας. Θα αρκεστούμε να αναφέρουμε μόνον τις δυο κορωνίδες αυτής της πολιτικής: την ένταξη της χώρας στην Οικονομική και Νομισματική Ενωση (ΟΝΕ), και τη σημαντική πρόοδο που επιτελέστηκε στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Η είσοδος στην ΟΝΕ αποτελεί ένα κατόρθωμα της πολιτικής Σημίτη, καθώς προϋπέθετε τεράστιες δομικές αλλαγές για να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις της Ευρώπης. Το έργο της σύγκλισης είχε αρχίσει από τις αρχές της δεκαετίας του ’90 του προηγούμενου αιώνα, με την πολιτική Παπαντωνίου, αλλά τα μεγάλα βήματα επιτελούνται στη διάρκεια της πρώτης θητείας του Σημίτη. Με το θετικό και διαρκές αποτέλεσμα της ένταξης της Ελλάδας στην ΟΝΕ, και την ολοκλήρωση του οράματος του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος έβαλε τη χώρα στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα. Τα αποτελέσματα της ένταξης τα βλέπουμε, είκοσι και πλέον χρόνια από αυτήν, στην Ελληνική οικονομία και κοινωνία. Η ΟΝΕ αποτελεί την πιο επιτυχή πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης, στην οποία δεν μετέχουν όλα τα κράτη της, αλλά που για τα περισσότερα από αυτά συνιστά μια ευχή πραγμάτωσης της, που θα αργήσει να πραγματοποιηθεί. Ετσι η Ελλάδα, της φτώχιας και της μιζέριας των προηγούμενων ετών, έχει καταταχθεί, με την πολιτική Σημίτη, στην πρώτη κατηγορία των ευνοημένων ευρωπαϊκών κρατών.

Το δεύτερο σημαντικό βήμα στην εξωτερική πολιτική της εποχής αποτελεί η προσέγγιση της Ελλάδας με την Τουρκία. Από το 1974 και μετά οι κρίσεις στις σχέσεις των δυο χωρών ήταν επαναλαμβανόμενες, και μερικές από αυτές έφθασαν στα όρια μιας εμπόλεμης σύγκρουσης. Βαθμιαία, πρώτα με το βήμα της αποδοχής της Τελωνειακής Ενωσης της Τουρκίας με την ΕΕ, κάτι στο οποίο σημαντικά συνέβαλε ο αείμνηστος Κρανιδιώτης με την οξυδερκή σκέψη του, και κατόπιν με την απόφαση των μελών στο Ελσίνκι το 1999, η Ελλάδα κατόρθωσε δυο σημαντικά βήματα. Πρέπει να σημειωθεί, για όσους δεν το γνωρίζουν, ότι ήμασταν στην εποχή ενός αμοιβαίου έρωτα Τουρκίας – ΕΕ, κατά την οποίαν τόσο η χώρα αυτή όσο κι ο Οργανισμός διακαώς επιθυμούσαν την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων της πρώτης, για μια πλήρη ένταξη της στους κόλπους της δεύτερης.

Ο Κ. Σημίτης εκμεταλλεύθηκε αυτήν την ευκαιρία, κι επειδή υπήρξε ένας από τους αρνητές της ένταξης της Τουρκίας, για όσο υπήρχε ένταση στις διμερείς σχέσεις της με την Ελλάδα, προσέφερε στην ΕΕ τη δυνατότητα άρσης των αντιρρήσεων του, με δυο θεμελιώδη ανταλλάγματα: την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, χωρίς προηγούμενη λύση του πολιτειακού της ζητήματος, δηλ. χωρίς να απαιτείται επίλυση του κυπριακού, και δεύτερον την κοινοτικοποίηση των Ελληνοτουρκικών. Με άλλα λόγια, οι σχέσεις των δυο γειτονικών χωρών, θα γίνονταν αντικείμενο παρακολούθησης από την ΕΕ, και από την πρόοδο τους θα εξαρτιόταν και η πρόοδος των ενταξιακών διαπραγματεύσεων. Η Απόφαση του Συμβουλίου Κορυφής του Ελσίνκι προσδιορίζει ότι η Τουρκία είναι υποχρεωμένη, προκειμένου οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις να κυλήσουν ομαλά, να λύσει τις διαφορές της με τις γειτονικές της χώρες, είτε διμερώς, είτε με προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο Δικαιοσύνης της Χάγης, για όσα θέματα δεν μπορούν να λυθούν με διαπραγματεύσεις.

Στη βάση αυτής της Απόφασης εκκίνησαν συνομιλίες με την Τουρκία, η οποία εκών άκων υποχρεώθηκε σε αυτές, κι οι οποίες ονομάσθηκαν διερευνητικές. Πράγματι τα πρώτα χρόνια υπήρξαν καρποφόρα αποτελέσματα, κι οι δυο χώρες είχαν φτάσει σε κρίσιμο σημείο τις συζητήσεις τους. Δυστυχώς επήλθε κυβερνητική αλλαγή στην Ελλάδα, κι οι συνομιλίες πήραν άλλην τροπή. Στο μεταξύ μεταβλήθηκε και η πολιτική της ΕΕ, η οποία, κάτω από το βάρος μιας μαζικής ένταξης δώδεκα κρατών, θεώρησε πως δεν ήταν κατάλληλος ο χρόνος για μια ακόμα ένταξη μιας χώρας πολυπληθούς και προβληματικής. Κι έτσι το όνειρο της κοινοτικοποίησης των Ελληνοτουρκικών έπαυσε να ισχύει. Τουλάχιστον από το Ελσίνκι απέμεινε η ένταξη της Κύπρου, και τα ευμενή αποτελέσματα της.

Εν κατακλείδι, νομίζω ότι η εξωτερική πολιτική του Κ. Σημίτη άλλαξε ριζικά την Ελλάδα και της εξόπλισε με ένα σημαντικό εργαλείο, την ένταξη στην ΟΝΕ, που είναι μεγάλης διάρκειας και που αυτή έχει συμβάλει σε ριζικές αλλαγές στον τρόπο δράσης και στις νοοτροπίες των Ελλήνων.

*Ο κ. Χρήστος Ροζάκης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή