Παιδική κακοποίηση: Ενα περιστατικό στο φως, εκατό στο σκοτάδι

Παιδική κακοποίηση: Ενα περιστατικό στο φως, εκατό στο σκοτάδι

Για κάθε περίπτωση σεξουαλικής κακοποίησης παιδιού που γνωστοποιείται, υπάρχουν άλλες 100 που μένουν αθέατες

παιδική-κακοποίηση-ενα-περιστατικό-σ-562740253

Στην περίπτωση της κακοποίησης παιδιών δεν είναι μόνο οι αριθμοί των καταγεγραμμένων περιστατικών που πρέπει να σοκάρουν. Βρίθει η ειδησεογραφία –πρόσφατη και παλαιότερη– τέτοιων περιπτώσεων· υποθέσεις αγοριών και κοριτσιών που βίωσαν τη φρίκη είτε μέσα στην οικογένειά τους είτε από άτομα του κοινωνικού τους περιγύρου. Ωστόσο, αυτό που πρέπει να αναλογιστούμε, ως κοινωνία αλλά και οι πολιτικοί θεσμοί, είναι και η αθέατη πλευρά του εγκλήματος, ένας «σκοτεινός αριθμός». Οπως ανέφερε χθες στην «Κ» ο διευθυντής του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού κ. Γιώργος Νικολαΐδης, «για κάθε περιστατικό σωματικής βίας παιδιού που έρχεται στο φως, υπάρχουν άλλα 35 με 40 που δεν γίνονται γνωστά. Για κάθε περίπτωση σεξουαλικής βίας παιδιού που γνωστοποιείται, υπάρχουν άλλες 100 που μένουν αθέατες». Είναι πολύ δύσκολη η αποκάλυψη από το παιδί ενός τόσο τραυματικού περιστατικού – πόσο μάλλον που στην πλειονότητα των περιπτώσεων κάποιος γονιός ή ένα μέλος του ευρύτερου οικογενειακού περιβάλλοντος το κακοποιεί.

Την κατάσταση περιπλέκουν η αδυναμία των εκπαιδευτικών να διαγνώσουν τα συμπτώματα κακοποίησης, η λογική του «πού να μπλέξω τώρα», αλλά και η συχνά γραφειοκρατική αντίληψη των θεσμικών φορέων. Χρειάζονται ιδιαίτερα λεπτοί χειρισμοί για να μην πληγωθεί κι άλλο το παιδί και ταυτόχρονα συντονισμός των αρμόδιων θεσμικών φορέων. Για το θέμα της σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων, διεπιστημονική ομάδα έχει καταθέσει στην κυβέρνηση ενιαίο πρωτόκολλο διαχείρισης σχετικών περιστατικών από τον περασμένο Ιούλιο. Το πρωτόκολλο αποτελεί έναν οδηγό με συγκεκριμένα βήματα από τους γονείς, τους εκπαιδευτικούς, τους κοινωνικούς φορείς, τις αστυνομικές και δικαστικές αρχές. Βεβαίως, μεγάλη σημασία έχει η πρόληψη και η όσο το δυνατόν γρηγορότερη ανίχνευση των περιστατικών κακοποίησης – παραμέλησης των παιδιών, όπως ανέφερε η κ. Λήδα Αναγνωστάκη, επίκουρη καθηγήτρια στο Τμήμα Εκπαίδευσης και Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία του Παν. Αθηνών, η οποία μετέχει στην υλοποίηση ενός εθνικού προγράμματος επιμόρφωσης νηπιαγωγών που οργανώνει το σωματείο κατά της κακοποίησης του παιδιού «ΕΛΙΖΑ».

Ειδικότερα, στην Ελλάδα δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για την έκταση του φαινομένου κακοποίησης ή παραμέλησης μικρών παιδιών –η διαφορά των δύο εννοιών είναι ότι η κακοποίηση γίνεται σκόπιμα, ενώ η παραμέληση αθέλητα–, αλλά υπολογίζεται ότι περίπου 7.500 παιδιά έως 5 ετών πέφτουν κάθε χρόνο θύματα κακομεταχείρισης. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο κ. Νικολαΐδης σε σχετική χθεσινή εκδήλωση, τρία στα τέσσερα παιδιά δήλωσαν πως είχαν μία εμπειρία έκθεσης σε σωματική βία (π.χ. ξυλοδαρμό). Επίσης, ένας στους είκοσι ανηλίκους δήλωσε ότι έχει πάνω από επτά διαφορετικές εμπειρίες σωματικής βίας (π.χ. ξυλοδαρμό, απειλή με κάποιο αιχμηρό αντικείμενο). Ως προς τη σεξουαλική βία, ένα στα έξι παιδιά έχει μία σχετική εμπειρία (π.χ. έκθεση σε πορνογραφικό υλικό), χωρίς ωστόσο να έχει σωματική επαφή με τον θύτη. Αντίθετα, το 7,6% των παιδιών δήλωσε ότι έχει μία εμπειρία σεξουαλικής βίας με σωματική επαφή, ενώ το 3,1% των παιδιών έχει μία εμπειρία βιασμού ή απόπειρας βιασμού.

Και τα τραύματα στο παιδί –προφανώς τα ψυχικά– δύσκολα επουλώνονται. Γι’ αυτόν τον λόγο έχουν μεγάλη αξία η πρώιμη παρέμβαση και η ανίχνευση των ενδείξεων κακοποίησης από τους εκπαιδευτικούς. Ωστόσο, οι μαρτυρίες των εκπαιδευτικών και τα στοιχεία των κοινωνικών φορέων δείχνουν πως το σύστημα έχει κενά. Οι εκπαιδευτικοί διστάζουν, οι ψυχολόγοι και οι κοινωνικοί λειτουργοί όπου υπάρχουν δεν επαρκούν. Υπάρχει λαβύρινθος αρμοδίων που πρέπει να αρθούν στο ύψος του λειτουργήματός τους, και κάπου εκεί χάνεται η λύση. «Ο νόμος είναι σαφής», παρατηρεί στην «Κ» η κ. Ηλέκτρα Κουτσούκου, νομικός με διδακτορικό στα δικαιώματα του παιδιού και επιστημονική συνεργάτις του «ΕΛΙΖΑ». Τα βήματα, όπως ορίζει το άρθρο 23 του νόμου 3500/2006, είναι τα εξής:

Η αξία της πρώιμης παρέμβασης, η αδυναμία των εκπαιδευτικών να διαγνώσουν τα συμπτώματα, τα κενά του συστήματος, τα νομικά βήματα και το πρωτόκολλο διαχείρισης σχετικών περιστατικών.

• Ο εκπαιδευτικός ο οποίος, κατά την εκτέλεση του έργου του, με οποιονδήποτε τρόπο πληροφορείται ή διαπιστώνει ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος μαθητή έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας, ενημερώνει, χωρίς καθυστέρηση, τον διευθυντή της σχολικής μονάδας.

• Εκείνος ανακοινώνει, αμέσως, την αξιόποινη πράξη στον αρμόδιο εισαγγελέα ή στην πλησιέστερη αστυνομική αρχή. Την ίδια υποχρέωση έχουν οι υπεύθυνοι των πάσης φύσεως μονάδων προσχολικής αγωγής.

Τέσσερις φάσεις

Στο Ενιαίο Εθνικό Πρωτόκολλο περιγράφονται οι τέσσερις φάσεις που ακολουθεί ένα περιστατικό σεξουαλικής κακοποίησης από την έγερση της πρώτης υπόνοιας, στην αναφορά στις αρχές εφαρμογής του νόμου, στην προανακριτική και ανακριτική φάση, την κυρίως δίκη έως και τη θεραπεία του παιδιού-θύματος και την υποστήριξη αυτού και της οικογένειάς του. Oπως αναφέρει το πρωτόκολλο, όταν αποκαλύπτεται, τυχαία ή ηθελημένα, μια υπόθεση κακομεταχείρισης παιδιού, συνήθως ακολουθεί μια κρίσιμη κατάσταση. Τα παιδιά δεν γνωρίζουν πώς θα αντιδράσουν οι ενήλικοι όταν τους αποκαλύψουν όλες τις πληροφορίες, αν θα τα πιστέψουν, θα τα υποστηρίξουν ή θα τα κατηγορήσουν. Ιδιαίτερα τα μικρά παιδιά μπορεί να μην κατανοούν τις συνέπειες που ακολουθούν την αποκάλυψη τέτοιου είδους πληροφοριών και μπορεί να σοκαριστούν ή να μπερδευτούν από την αντίδραση των ενηλίκων σε αυτές τις αποκαλύψεις.

Εάν ένα παιδί αποκαλύψει κακοποίηση είναι εξαιρετικά σημαντικό το πρόσωπο στο οποίο γίνεται η αποκάλυψη να ανταποκριθεί κατάλληλα για να υποστηρίξει το παιδί. Αυτό το γεγονός θα αποτρέψει την περαιτέρω επιβάρυνση του παιδιού, όπως και την υπονόμευση της απαραίτητης διερεύνησης που πρέπει να ακολουθήσει. Είναι συχνό φαινόμενο τα παιδιά να δίνουν αρχικά λίγες πληροφορίες για να ελέγξουν πρώτα πώς θα αντιδράσουν οι ενήλικοι και στη συνέχεια, όταν νιώσουν μεγαλύτερη ασφάλεια, να αποκαλύπτουν περισσότερα.

Επιμόρφωση νηπιαγωγών

Με γνώμονα την ανάγκη πρώιμης αναγνώρισης και παρέμβασης, αλλά και την υποχρέωση των εκπαιδευτικών να αναφέρουν περιστατικά με υποψία κακοποίησης ή παραμέλησης, το Σωματείο «ΕΛΙΖΑ» σχεδίασε ένα επιμορφωτικό πρόγραμμα για νηπιαγωγούς. Το πρόγραμμα θα οργανωθεί υπό την επιστημονική καθοδήγηση της Λήδας Αναγνωστάκη, καθηγήτριας στο Τμήμα Εκπαίδευσης και Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία του Πανεπιστημίου Αθηνών, και του Γιώργου Νικολαΐδη, διευθυντή του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού, με τη σuμβολή της νομικού Ηλέκτρας Κουτσούκου. H καινοτομία του προγράμματος έγκειται στο ότι το εκπαιδευτικό υλικό θα διαμορφωθεί σε συνέχεια σχετικής έρευνας, από την οποία θα προκύψουν οι συγκεκριμένες ανάγκες των νηπιαγωγών.

Ειδικότερα, το επιμορφωτικό πρόγραμμα θα αναπτυχθεί σε δύο φάσεις:

• Στην πρώτη, και πιλοτική, θα γίνει έρευνα αναγκών του 10% των νηπιαγωγών σε δημόσια νηπιαγωγεία της χώρας. Ο αρχικός αριθμός μιλάει για 1.600 εκπαιδευτικούς, αλλά έως τώρα έχουν καταθέσει αίτηση συμμετοχής 2.300. Θα ακολουθήσουν η διαμόρφωση του προγράμματος και η ψηφιοποίηση του εκπαιδευτικού υλικού. Κατόπιν θα γίνει 15ωρη επιμόρφωση των νηπιαγωγών και αξιολόγηση του προγράμματος.

• Στη δεύτερη φάση θα γίνει επιμόρφωση όλων των ενδιαφερόμενων νηπιαγωγών της χώρας, μέσω 12ωρης ασύγχρονης και 3ωρης σύγχρονης εκπαίδευσης.

Το πρόγραμμα «Αναγνωρίζω – Προστατεύω» υλοποιείται με τη στρατηγική συνεργασία της Τράπεζας Πειραιώς και εντάσσεται στο πολύπλευρο πρόγραμμα εταιρικής της υπευθυνότητας «Equall».

Η διευθύντρια του «ΕΛΙΖΑ» Βάννα Μαρκετάκη μεταξύ άλλων δήλωσε πως «η πρόληψη του φαινομένου της παραμέλησης και κακοποίησης παιδιών προστατεύει τα παιδιά, αλλά και τις οικογένειές τους, δεδομένου ότι παρεμβαίνουμε πρώιμα, συμβουλευτικά, πριν το παιδί αποσπαστεί από το οικογενειακό του περιβάλλον».

Η «θωράκιση» των εκπαιδευτικών και ο ρόλος του παιδοψυχολόγου

Ο Αθανάσιος Αλεξανδρίδης, ψυχίατρος, παιδοψυχίατρος, ψυχαναλυτής, απαντάει σε τρία κρίσιμα ερωτήματα.

1. Μπορεί το σχολείο να εντοπίσει και να καταγράψει εγκαίρως περιστατικά κακοποίησης;

Το σύγχρονο σχολείο μπορεί και οφείλει να εντοπίζει, να καταγράφει και να παραπέμπει τις περιπτώσεις κακοποίησης και παραμέλησης σε δομές παιδικής προστασίας και ψυχικής υγείας. Για να γίνει αυτό χρειάζεται:

• Να έχει αυτή τη δικαιοδοσία και να είναι νομικά κατοχυρωμένο γι’ αυτήν. Ενας λόγος που οι εκπαιδευτικοί δεν «ανοίγουν» αυτές τις περιπτώσεις είναι γιατί αισθάνονται «ακάλυπτοι» από τον νόμο και «εκτεθειμένοι» απέναντι στη βία των γονέων.

• Nα υπάρχει συγκεκριμένο δίκτυο «σχολείο – δομή ψυχικής υγείας – δομή παιδικής προστασίας» το οποίο να συνεδριάζει μηνιαίως για να μελετάει τις ύποπτες περιπτώσεις και να σχεδιάζει τις παρεμβάσεις για τις διαπιστωμένες.

• Tο όλο πνεύμα πρέπει να χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια στήριξης και θεραπείας μιας προβληματικής οικογένειας, χωρίς διάθεση τιμωρίας, αποκλεισμού και στιγματισμού. Αλλιώς, οι περισσότεροι των εκπαιδευτικών θα αρνηθούν να συνεργαστούν.

2. Τι πρέπει να γνωρίζουν οι εκπαιδευτικοί για να επιτελέσουν τον ρόλο αυτό;

Θα μπορούσα να σας απαντήσω στο ερώτημά σας αν μου διαθέτατε όλο τον χώρο της εφημερίδας! Τόσο μεγάλο είναι το θέμα της φυσικής, σεξουαλικής, ψυχολογικής, ηθικής, κοινωνικής κακοποίησης! Θα εστιάσω την απάντησή μου σε δύο σημεία: οι εκπαιδευτικοί πρέπει μέσω σεμιναρίων να εκπαιδευτούν για να αναγνωρίζουν τις βασικές ενδείξεις παθολογικής έντασης και διαταραχής στο παιδί. Σχηματικά θα έλεγα: τάση απόσυρσης, τάση υπερβολικής ευερεθιστότητας, πτώση στη σχολική απόδοση, επαναλαμβανόμενες ασθένειες. Κάποιες φορές τα παιδιά μέσα από τα σχέδια ή τις εκθέσεις τους, άμεσα ή έμμεσα, μιλούν για την κακοποίησή τους. Με βάση τα παραπάνω, ο υποψιασμένος εκπαιδευτικός να απευθυνθεί στον διευθυντή του σχολείου και στη συνέχεια το θέμα να τεθεί στο δίκτυο. Πάντως είναι ουτοπία να νομίζουμε ότι μπορεί οι εκπαιδευτικοί να αποκτήσουν υψηλού βαθμού γνώσεις στην αναγνώριση της κακοποίησης. Αρκεί το να είναι ευαισθητοποιημένοι, να δημιουργούν σχέ-σεις εμπιστοσύνης με τους μαθητές και να είναι παρατηρητικοί. Το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης στα θέματα της κακοποίησης πρέπει να το διαθέτει ο παιδοψυχολόγος του σχολείου, κάτι που θα επιτευχθεί με την εισαγωγή των αντιστοίχων μαθημάτων στο πανεπιστήμιο και που συνεχώς θα καλλιεργείται με συνεχή σεμινάρια επιμόρφωσης. Αυτός θα προχωρήσει σε διερευνητικές συναντήσεις με όλους τους εκπαιδευτικούς που σχετίζονται με το παιδί για να διαμορφώσει πληρέστερη εικόνα. Αυτός θα κατέχει τα εργαλεία για να κάνει την πρώτη αξιολόγηση του παιδιού μέσα στο σχολικό πλαίσιο. Αρα ο νόμος θα πρέπει να επιτρέπει να γίνει αυτή η εκτίμηση χωρίς την έγκριση των γονέων ως μέρος της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Αυτός θα αποτελεί τον σταθερό σύνδεσμο στο τριμερές δίκτυο.

3. Πόσο σημαντικό είναι να «τρέξουν» οι διαδικασίες μετά την αποκάλυψη της περίπτωσης;

Eίναι εξαιρετικά σημαντικό. Αν οι διαδικασίες μείνουν στη μέση από αδράνεια των επαγγελματιών ή κάποιο νομικό παράθυρο που θα βρει κάποιος δικηγόρος (γιατί πολλές φορές στις διαδικασίες υπάρχουν και παραβλέψεις ή αστοχίες), ο δράστης θα ενδυναμωθεί και θα συνεχίσει την κακοποίηση απέναντι στο θύμα, που θα παρουσιάσει πολύ μεγάλη ψυχική, σωματική και κοινωνική διαταραχή.

Λάβετε μέρος στη συζήτηση 0 Εγγραφείτε για να διαβάσετε τα σχόλια ή
βρείτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει για να σχολιάσετε.
Για να σχολιάσετε, επιλέξτε τη συνδρομή που σας ταιριάζει. Παρακαλούμε σχολιάστε με σεβασμό προς την δημοσιογραφική ομάδα και την κοινότητα της «Κ».
Σχολιάζοντας συμφωνείτε με τους όρους χρήσης.
Εγγραφή Συνδρομή